Περιμένοντας τους Κινέζους


Του Παναγιώτη Πασπαλιάρη

- Γιατί η Ελλάδα έριξε τους μισθούς στα τάρταρα και ένας στους τέσσερις δεν έχει πια

δουλειά;
- Γιατί θα έρθουν οι Κινέζοι να κάνουν δουλειές και πρέπει να βρουν χέρια και μυαλά ελεύθερα και μάλιστα φτηνά.
- Γιατί οι Έλληνες, αφεντικά και εργάτες τσακώνονται, κανείς δεν υποχωρεί και κανείς δεν ξεκινάει να παράγει κάτι, οτιδήποτε με προδιαγραφές εξαγωγών;
- Γιατί θα έρθουν οι Κινέζοι και θα κάνουν την Ελλάδα πύλη των δικών τους προϊόντων. Δε θέλουν εργοστάσια οι Κινέζοι, λιμάνια και δρόμους θέλουν.
Και η παράφραση του ποιήματος του Καβάφη θα μπορούσε να συνεχίζεται αιώνια στον τόπο αυτό. Πότε οι βάρβαροι, πότε οι Άγγλοι, πότε οι Ρώσοι, πότε οι Αμερικάνοι και τώρα οι Κινέζοι.
Η Ελλάδα δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα κάρο βαλτωμένο στις λάσπες της ιστορίας. Ανήμπορα μουλάρια δεν μπορούν να το κουνήσουν. Μόνο λίγα εκατοστά κάθε φορά. Τις περισσότερες φορές μάλιστα ούτε καν το παλεύουν. Τρώνε εκεί τριγύρω το σανό της Siemens, της Ferrostaal, της Thales. Και την τροφή που προορίζεται για τους δυστυχείς πάνω στο κάρο, κι αυτή την τρώνε και αφήνουν ψίχουλα.
Κι αν θέλουμε να τελειώσουμε με τις παραφράσεις, τις μεταφορές και τους συμβολισμούς, θα πρέπει κάποια στιγμή να καταλάβουμε ποια είναι τα προβλήματά μας. Ούτε πρόβλημα ελλειμμάτων έχουμε ούτε πρόβλημα χρέους. Αυτά είναι απλές απεικονίσεις των αληθινών προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε τα τελευταία 40 χρόνια. Για τα πιο πίσω είναι άλλη η κουβέντα.
Τα δύο βασικά προβλήματα μας λοιπόν είναι κατά ιστορική σειρά η αστυφιλία και η υπογεννητικότητα. Η εσωτερική μετανάστευση του 1980 (λίγο πριν και λίγο μετά) έφερε τους «βλάχους στην Αθήνα» κατά το γνωστό σύνθημα εκείνης της δεκαετίας. Δημιουργήθηκε ένα βιομηχανικό εργατικό δυναμικό χωρίς όμως βιομηχανίες.
Η Ελλάδα έζησε με δάνεια και ρευστό από την ΕΟΚ μέχρι πρόσφατα. Ο κόσμος απασχολήθηκε σε ποσοστό 80% στις υπηρεσίες και κυρίως στο δημόσιο. Σήμερα πληρώνουμε 667.000 μισθούς κάθε μήνα. Το 2010 ξοδέψαμε για μισθούς, επιχορηγήσεις ασφαλιστικών ταμείων και για τους ΟΤΑ πάνω από 45 δις. Αυτό το πρόβλημα (μισθοί συν τα υπόλοιπα έξοδα μείον τα έσοδα) επικράτησε να το λέμε έλλειμμα και να περιμένουμε από τους Ευρωπαίους να μας το καλύψουν.
Στο μεταξύ η ύπαιθρος χώρα έμεινε ανεκμετάλλευτη. Σε μεγάλο της κομμάτι φυτεύτηκαν ελιές που δίνουν την ψευδαίσθηση της αγροτικής παραγωγής. Τα χωριά μαράζωσαν. Η παραμεθόριος έσβησε. Η παράδοση και η ενέργεια αυτού του τόπου, της γης και της θάλασσας που την περικλείει έγιναν απλές τουριστικές ατραξιόν. Όταν όμως ένας τόπος δεν κατοικείται επαρκώς, και κυρίως οι άκρες του, από κάπου αλλού θα έρθει η πάντα ρευστή ανθρώπινη μάζα για να τον γεμίσει. Έτσι ήρθαν τα εκατομμύρια των μεταναστών (1 εκατομμύριο νόμιμοι απογράφηκαν το 2011, χώρια αυτοί που κρύφτηκαν) και δουλεύουν σε όσα χωράφια ακόμα καρποφορούν αντί για τους Έλληνες.
Οι Έλληνες έφυγαν από τη γη τους γιατί πρόσκαιρα δεν είχαν πώς να ζήσουν εκεί. Και ήρθαν στις πόλεις για να πλουτίσουν. Μπορεί να απέκτησαν περισσότερες υλικές ανέσεις και αντικείμενα αλλά στην πραγματικότητα φτώχυναν και μάλιστα δραματικά. Το κριτήριο; Τα νέα ζευγάρια εδώ και 30 χρόνια δεν έχουν το εισόδημα και τον χώρο για να μεγαλώσουν πάνω από ένα – δύο παιδιά. Γι’ αυτό δεν κάνουν παιδιά. Ο πληθυσμός φθίνει και σε 85 χρόνια θα είμαστε μόλις 3 εκατομμύρια. Οι συντάξεις που δίνει σήμερα το κράτος είναι 4 εκ. 238 χιλ. σε 2 εκ. 952 χιλ. δικαιούχους.
Ο λογαριασμός έχει ως εξής: 2.952.000 οι συνταξιούχοι, 667.000 οι δημόσιοι και περίπου 1.500.000 τα παιδιά και οι έφηβοι μας κάνει 5,2 εκ. σε πληθυσμό 9,9 εκ. (οι εγγεγραμμένοι στα δημοτολόγια). Αυτό σημαίνει ότι 4,7 εκ. άνθρωποι (συν 1 εκατομμύριο νόμιμοι μετανάστες) επωμίζονται το κόστος το δικό τους και το κόστος για το μισθό, τη σύνταξη ή το χαρτζιλίκι ενός ακόμα ανθρώπου. Το ότι από αυτούς το ¼ είναι άνεργοι επιβαρύνει την κατάσταση.
Αν υπολογίσει κανείς και τις άλλες δημόσιες επενδύσεις, την άμυνα, το κόστος της περίθαλψης μας και τα φακελάκια στους δημοσίους, τι μένει πραγματικά στα χέρια του πολίτη που παράγει; Το κράτος έχει πολλές αναδιανεμητικές ανάγκες που όσα και να πάρει από τον παραγωγικό πληθυσμό δε φτάνουν. Ο λογαριασμός χρόνια δε βγαίνει τώρα και φουσκώνει το χρέος. Αυτό που ζητάμε από τους ξένους να μας σβήσουν.
Οι Κινέζοι λοιπόν, είναι μια κάποια λύση. Όπως ήταν και η ΕΟΚ κάποτε. Μια λύση που θα αναβάλει τον αργό μας θάνατο. Αν θέλει να δει κανείς σε περισσότερο ιστορικό βάθος τα δύο αυτά προβλήματα ας διαβάσει τη συνέχεια του «Χρονικού της Μεταπολίτευσης» στο Hot Doc. Αν θέλει να βρει μια λύση ατομική, αλλά και συλλογική σε αυτά τα προβλήματα ας σχεδιάζει από τώρα τη μετανάστευσή του εκτός κέντρου. Πρέπει επειγόντως να απλωθούμε στο χώρο μας, και να κάνουμε παιδιά. Ο πλούτος είναι τα παιδιά. Τα λεφτά δεν είναι πλούτος. Θα σας τα πάρει μια μέρα κάποιος ευρωμηχανισμός.
Αυτή είναι η δική μας άποψη για το πώς μπορούμε να αλλάξουμε τη μοίρα μας. Δεν έχουμε καμιά διάθεση να περιμένουμε τους Κινέζους. Δεν πιστεύουμε ότι θα μας σώσει ο Σαμαράς, αλλά ούτε κι ο Τσίπρας. Οι άνθρωποι αυτοί ζουν στα όρια εκείνης της πολιτικάντικης κουταλιάς που πνίγει κάθε οραματισμό σ’ αυτό τον τόπο. Πολύ περισσότερο δε θα μας σώσουν κάτι κουφιοκέφαλοι φασίστες που μπήκαν σωρηδόν στη βουλή κάτω από διάφορα λάβαρα. Οι εσωτερικοί βάρβαροι…
Πηγή