Γένεση του εγκλήματος και αντεγκληματικές πολιτικές – Η στάση των ΜΜΕ...

της Αγγελικής Καρδαρά.

Αξίες και αντιλήψεις, ήθη, έθιμα και «νομικός πολιτισμός»
προσδιορίζουν διαφορετικά το «έγκλημα» σε κάθε κοινωνία και εποχή και διαμορφώνουν ανάλογα τις πολιτικές που εφαρμόζονται για να κατασταλεί ή να προληφθεί.

Από το 1803 κιόλας, ο Βαυαρός καθηγητής της νομικής Feuerbach όρισε την αντεγκληματική πολιτική στο βιβλίο του Manuel Le droit penal, ως «το σύνολο των κατασταλτικών διαδικασιών μέσω των οποίων το κράτος αντιδρά στο έγκλημα». 

Σε εισήγηση του Συμβουλίου της Ευρώπης, η αντεγκληματική πολιτική ορίζεται ως «το σύνολο των μέτρων που τείνουν στην προστασία της κοινωνίας από την εγκληματικότητα, στη φροντίδα για την μελλοντική εξέλιξη του εγκληματία και τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του θύματος». 

 Όπως καθίσταται εμφανές από τις απόπειρες ορισμού, η «αντεγκληματική πολιτική» είναι μια πολυσύνθετη έννοια που μεταβάλλεται ανάλογα με τη στάση της κοινωνίας απέναντι στο έγκλημα.

Είναι αξιοσημείωτο ότι για πολλούς αιώνες το εγκληματικό φαινόμενο αντιμετωπίστηκε βάσει άγραφων ηθών, κανόνων της φυλής και το λεγόμενο φυλετικό εθιμικό δίκαιο. 

Στην αρχαία Ελλάδα ο Δράκων (7ος αι. π.Χ), με τα γνωστά σε όλους μας “δρακόντεια μέτρα”, κατήργησε, μεταξύ άλλων, την αυτοδικία και καθόρισε τη διάκριση ανάμεσα σε ακούσια κι εκούσια ανθρωποκτονία.

Με την αριστουργηματική τριλογία του «Ορέστεια», ο Αισχύλος «δίδαξε» τους Αθηναίους γιατί η αυτοδικία οδηγεί σε αδιέξοδο και πόσο σπουδαίο είναι το γεγονός ότι η Αθήνα έχει ιδρύσει το θεσμό του Αρείου Πάγου, ώστε οι εκπρόσωποι της δημοκρατίας να δικάζουν τους εγκληματίες και όχι ο κάθε πολίτης, δυνατός ή αδύνατος, να προσπαθεί να βρει δικαίωση μόνος του.

Η εξέλιξη του θεσμού της φυλακής, ως θεσμού με διττό σκόπο (γενικοπροληπτικό και ειδικοπροληπτικό), θα αποτελέσει αντικείμενο ανάλυσης σε επόμενο άρθρο μου, γιατί είναι σίγουρα ένα μεγάλο “κεφάλαιο” στην ιστορία των ποινών, ενώ η εξελικτική της πορεία με έχει απασχολήσει στο βιβλίο μου Φυλακή και Γλώσσα.

Όσον αφορά τις βασικές θεωρίες σχετικά με τη γένεση του εγκλήματος -επομένως και της αντιμετώπισής του- συνοψίζονται συνοπτικά στις ακόλουθες:

Α. Ατομο-κεντρική προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία το έγκλημα είναι απόρροια των ιδιότυπων ατομικών χαρακτηριστικών του εγκληματία, βιολογικών και ψυχοπαθολογικών. 

Στόχος αυτής της προσέγγισης είναι η μεταβολή της προσωπικότητας του εγκληματία ή αχρήστευσή του μέσω εγκλεισμού. 

Να σημειώσω εδώ, ότι η έννοια της «μεταβολής της προσωπικότητας» έχει αποτελέσει έναν θεμελιώδη στόχο της αντεγκληματικής πολιτικής, αλλά την ίδια στιγμή έχει αμφισβητηθεί τόσο η ουσία όσο και ο σκοπός της.

Β. Κοινωνιο-κεντρική προσέγγιση, η οποία θεωρεί ότι η εγκληματογένεση είναι αποτέλεσμα του κοινωνικού περιβάλλοντος και ο εγκληματίας αντιμετωπίζεται ως ιδιότυπη κοινωνική περίπτωση. 

Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, η αντιμετώπιση του εγκλήματος γίνεται με μέτρα και κοινωνικές παροχές που καταπολεμούν τα φαινόμενα που εκλαμβάνονται ως πρωταρχικοί παράγοντες που οδηγούν στο έγκλημα (π.χ. φτώχεια κι ανεργία).

Γ. Θεωρίες που υποστηρίζουν ότι δεν υφίσταται καμία διαφορά ανάμεσα στο δράστη και μη δράστη, παρά μόνο η εμπλοκή με τους φορείς του επίσημου κοινωνικού ελέγχου του εγκλήματος. 

Στις θεωρίες αυτές, η αντεγκληματική πολιτική στρέφεται σε αποποινικοποιήσεις και ανάληψη μέτρων που αποσκοπούν στη μείωση των συστηματικών επιδράσεων του ποινικού συστήματος.

Να υπογραμμίσω ότι η σύγχρονη τάση που επικρατεί για την «εγκληματογένεση» είναι πολυπαραγοντική, δίνοντας έμφαση σε κοινωνικούς, οικονομικούς, βιολογικούς και ψυχο-παθολογικούς παράγοντες που είναι δυνατόν να οδηγήσουν σε εγκληματικές πράξεις.

Οι αστυνομικοί συντάκτες, ως «δίαυλοι ενημέρωσης», οφείλουν με τη σειρά τους να γνωρίζουν τις εξελίξεις που αφορούν το φαινόμενο της εγκληματικότητας και να υιοθετούν κριτική στάση, εμβαθύνοντας περισσότερο σε κάθε υπόθεση εγκληματολογικού ενδιαφέροντος που παρουσιάζουν στα ρεπορτάζ τους. 

Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό, απαιτείται μελέτη και καταγραφή της άποψης έγκριτων επιστημόνων, γιατί όπως μπορείτε να διαπιστώσετε από τα προαναφερθέντα, το ζήτημα είναι πολυσύνθετο και πολυδιάστατο.



Σημείωση: Πολύτιμα στοιχεία για τις τάσεις αντεγκληματικής πολιτικής αντλούνται από την διπλωματική εργασία της κ. Αναστασίας Χαλκιά (2007- Επιβλέπων Καθηγητής: Ι.Φαρσεδάκης), Τάσεις της Σύγχρονης Αντεγκληματικής Πολιτικής Διεθνώς και στην Ελλάδα. Κριτική Προσέγγιση, Αθήνα: Πάντειο Πανεπιστήμιο.


Προτεινόμενη Βιβλιογραφία
Mireile, D. (2005-απόδοση Χ. Ζαραφωνίτου), Πρότυπα και Τάσεις Αντεγκληματικής Πολιτικής, Αθήνα:Νομική Βιβλιοθήκη.
Αντωνοπούλου, Α. (2010), Σύγχρονες Τάσεις Αντεγκληματικής Πολιτικής: Η πολιτική της μηδενικής ανοχής και τα μέτρα διαχείρισης κρίσεων, Αθήνα: Σάκκουλας.

Η Αγγελική Καρδαρά είναι Δρ.Τμήματος ΕΜΜΕ - Φιλόλογος. Διδάσκει δημοσιογραφία στο Κολλέγιο Επαγγελματικής Δημοσιογραφίας (CPJ Athens/University of Wolverhampton). Συνεργάζεται με το Πανεπιστήμιο Αθηνών στο πλαίσιο των elearning προγραμμάτων. Από το 2013 δίνει διαλέξεις στο Τμήμα ΕΜΜΕ του Παν/μίου Αθηνών, με αντικείμενο "Εγκληματολογία & ΜΜΕ". Ασχολείται με την εγκληματολογική έρευνα και τη συγγραφή.